Ιστορία

Ο Αθανάσιος Διάκος γεννήθηκε το 1788 στο ιστορικό χωριό μας την πρώην Άνω Μουσουνίτσα - Φωκίδας (σημερινός Αθανάσιος Διάκος). Το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Μασσαβέτας. Η οικογένεια σε ηλικία 12 ετών τον έστειλε να μονάσει στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην Αρτοτίνα. Πέντε χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε την καλογερική, όταν σκότωσε ένα Τούρκο αγά.
Ο νεαρός Αθανάσιος εντάχθηκε ως πρωτοπαλίκαρο στο σώμα του οπλαρχηγού Γούλα Σκαλτσά. Τότε έλαβε και το προσωνύμιο Διάκος, με το οποίο έγινε γνωστός και έμεινε στην ιστορία. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818 και το 1820 έγινε αρματολός στη Λιβαδειά.
Το ξέσπασμα της Επανάστασης στον Μοριά τον Μάρτιο του 1821, εξαπλώθηκε αστραπιαία στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Από τις 24 Μαρτίου ως τις 8 Απριλίου, οι επαναστάτες απελευθέρωσαν τα Σάλωνα (Άμφισσα), το Λιδορίκι, τη Λιβαδειά, την Αταλάντη, τη Θήβα και την Μπουδουνίτσα (Μενδενίτσα) Αυτό οφειλόταν κυρίως στο ότι η Ανατολική Στερεά είχε ισχυρή αρματολική και κλέφτικη παράδοση και οπλαρχηγούς έμπειρους, με τόλμη και υψηλό φρόνημα (Οδυσσέας Ανδρούτσος, Δήμος Σκαλτσάς , Πανουργιάς, Βασίλης Μπούσγος, Ιωάννης Δυοβουνιώτης και φυσικά, ο Αθανάσιος Διάκος ). Οι περισσότεροι ήταν μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, ενώ αρκετοί είχαν θητεύσει στον στρατό του Αλή πασά! Τα κακά μαντάτα δεν άργησαν να φθάσουν στον διοικητή της Πελοποννήσου (Μόρα-Βαλεσί) Χουρσίτ Πασά, ο οποίος βρισκόταν στην Ήπειρο, επικεφαλής στρατευμάτων για να τιμωρήσει τον Αλή Πασά, που έδειχνε τάσεις αυτονομίας από τον Σουλτάνο. Ο Χουρσίτ διέταξε τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ να καταστείλουν την Επανάσταση στη Ρούμελη και στη συνέχεια να προχωρήσουν από δύο κατευθύνσεις προς την Πελοπόννησο, για την άρση της πολιορκίας της Τριπολιτσάς.
Στις 17 Απριλίου οι δυο πασάδες με 8.000 άνδρες στρατοπεδεύουν στο Λιανοκλάδι, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λαμία. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος για τους επαναστατημένους Έλληνες. Οι τοπικοί οπλαρχηγοί συσκέπτονται στο χωριό Καμποτάδες (20 Απριλίου 1821) και αποφασίζουν και υπερασπιστούν όλες τις διαβάσεις του Σπερχειού ποταμού (Αλαμάνας), διαμοιράζοντας τους 1500 άνδρες που διαθέτουν, ώστε να αποκόψουν την πρόσβαση των Τούρκων προς τα Σάλωνα (Άμφισσα) και τη Λιβαδειά. Το εναλλακτικό σχέδιο του Γιάννη Δυοβουνιώτη για την από κοινού αντιμετώπιση των Τούρκων στον Γοργοπόταμο απορρίπτεται. Έτσι, ο Πανουργιάς με 600 άνδρες οχυρώνεται στα υψώματα της Χαλκωμάτας, ο Δυοβουνιώτης καταλαμβάνει τη χαράδρα του Γοργοποτάμου με 400 άνδρες και ο Διάκος με 500 άνδρες θα αντιμετώπιζε τον εχθρό στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών.

Η Μάχη

Το πρωί της 23ης Απριλίου οι Τούρκοι επιτίθενται ταυτόχρονα σε όλο το εύρος του ελληνικού μετώπου. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης υποχρεώνονται να υποχωρήσουν, προ των υπέρτερων δυνάμεων του Ομέρ Βρυώνη, με συνέπεια ο κύριος όγκος των Οθωμανών υπό τον Κιοσέ Μεχμέτ να επιπέσει επί του Διάκου στην Αλαμάνα.
Ο Διάκος αρνείται να φύγει και να σωθεί, όπως τον προέτρεψαν οι συμπολεμιστές του και ως άλλος ‘’Λεωνίδας’’ με μόνο 48 άνδρες μένει και πολεμά μέχρις εσχάτων. Κατά τη διάρκεια της μάχης το σπαθί του σπάει κι ένα εχθρικό βόλι τον τραυματίζει στον δεξιό ώμο και το χέρι στο οποίο κρατούσε το πιστόλι. Πέντε Τουρκαλβανοί ορμούν στο χαράκωμά του και τον συλλαμβάνουν αιχμάλωτο.
Ο επίλογος της μάχης, που στοίχισε τη ζωή σε 200 Έλληνες και 500 Οθωμανούς, γράφτηκε την επομένη ημέρα. Ο Διάκος μεταφέρθηκε στη Λαμία σιδηροδέσμιος, με ανοιχτές και αιμάσσουσες τις πληγές του.
Οι Οθωμανοί του προτείνουν να προσκυνήσει και να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Διάκος υπερήφανα αρνείται: «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ να πεθάνω» τους απάντησε.
Ο ελληνικής καταγωγής Ομέρ Βρυώνης δεν θέλησε να τον σκοτώσει, αφού τον γνώριζε πολύ καλά από την αυλή του Αλή Πασά και εκτιμούσε τις ικανότητές του. Επέμενε, όμως, ο Χαλήλμπεης, σημαίνων Τούρκος της Λαμίας, ο οποίος έπεισε τον Κιοσέ Μεχμέτ, ιεραρχικά ανώτερο του Ομέρ Βρυώνη, ότι ο Διάκος θα έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά, επειδή είχε σκοτώσει πολλούς Τούρκους.
Η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν θάνατος διά ανασκολοπισμού και εκτελέστηκε την ίδια μέρα. Προτού ξεψυχήσει ο Διάκος αναφώνησε το αυτοσχέδιο τετράστιχο:
« Για ιδές καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζει η γης χορτάρι »

Ο μαρτυρικός θάνατος του Διάκου συγκλόνισε και παράλληλα ατσάλωσε τους επαναστάτες, παρά την ήττα και την καταστροφή στην Αλαμάνα. Έδειξε δε ότι η Επανάσταση του 1821 δεν ήταν μια απλή εξέγερση, αλλά αποφασιστικός αγώνας για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Οι δύο πασάδες, παρά τη νίκη τους επί του πεδίου της μάχης, δεν πέτυχαν τους αντικειμενικούς τους στόχους. Η καθυστέρηση στην Αλαμάνα έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στον Οδυσσέα Ανδρούτσο να οργανώσει την αντίσταση στο χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821 και να εκδικηθεί τη θυσία του Διάκου και των συμπολεμιστών του.
Η ζωή και η μαρτυρική του θυσία αποτέλεσαν αντικείμενο θαυμασμού των ευρωπαίων και ενέπνευσαν τη λαϊκή μούσα.

Το χωριό

Το χωριό μετονομάστηκε από Άνω Μουσουνίτσα σε Αθανάσιο Διάκο το έτος 1959 σύμφωνα με φύλλο εφημερίδας της κυβερνήσεως της εποχής.
Στην πλατεία του χωριού δεσπόζει η προτομή του ήρωα που εγκαταστάθηκε εκεί από τον Πλαστήρα το 1922 προς τιμήν της επετείου των 100 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, ώστε να τιμηθεί αφενός ο τόπος γέννησης και καταγωγής του ήρωα και αφετέρου μέρος των κατοίκων που μετείχε στο 5/42 σύνταγμα ευζώνων του Πλαστήρα ή σειτάν ασκέρ (το ασκέρι του διαβόλου), όπως ονομαζόταν από τους Τούρκους.
Κατά τη διάρκεια του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου αλλά και του Εμφυλίου, ερημώθηκε και κάηκε. Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του το εγκατέλειψαν και διέφυγαν στα αστικά κέντρα.
Αρχές της δεκαετίας του ’50 άρχισε η σταδιακή επιστροφή τους, με αποκορύφωμα της επόμενες δύο δεκαετίες, κατά τις οποίες το χωρίο μεγάλωσε σε μέγεθος, πληθυσμό, εμπορική και κτηνοτροφική δραστηριότητα. ''ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑ ΗΡΩΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821''